Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου 2010

Καλσόν DIM

Στις αρχές της δεκαετίας του ’60, στις κινηματογραφικές αίθουσες του Παρισιού, μπορούσαμε να δούμε το διαφημιστικό σποτ μιας διάσημης μάρκας καλσόν. Ένα γκρουπ νέων κοριτσιών που χόρευαν μαζί, μας παρουσιαζόταν ανφάς. Όποιος μπόρεσε να κοιτάξει μερικές απ’αυτές τις εικόνες, έστω και φευγαλέα, μπορεί δύσκολα να ξεχάσει την ιδιαίτερη εντύπωση συγχρονισμού και παραφωνίας, σύγχυσης και μοναδικότητας, επικοινωνίας και παραξενιάς, που εξέπεμπαν τα σώματα των χαμογελαστών χορευτριών. Αυτή η εντύπωση προέκυπτε από ένα τρυκ : αφού κάθε νέο κορίτσι είχε φιλμαριστεί αρχικά μόνο του, στη συνέχεια τα ξέχωρα αποσπάσματα είχαν συγκεντρωθεί πάνω στο φόντο μιας μόνο μουσικής. Αλλά απ’το εύκολο αυτό τρυκ, από την υπολογισμένη ασυμμετρία στις κινήσεις των μακριών ποδιών που είχαν φακελωθεί στο ίδιο φτηνό εμπόρευμα, από την ελάχιστη απόσταση μεταξύ των χειρονομιών, εξέπνεε προς τους θεατές μια υπόσχεση ευτυχίας που αφορούσε δίχως πιθανή αμφιβολία το ανθρώπινο σώμα.

Στη δεκαετία του ’20, ενώ η καπιταλιστική διαδικασία εμπορευματικού μετασχηματισμού άρχιζε να επενδύει την ανθρώπινη μορφή, μερικοί παρατηρητές που δεν είδαν το φαινόμενο με καθόλου καλό μάτι, δεν δυσκολεύτηκαν από το να αναδείξουν μια θετική του πτυχή λες κι ήταν παρόντες του τροποποιημένου κειμένου μιας προφητείας που ξεπερνούσε τα όρια του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και το οποίο ακριβώς επρόκειτο να αποκωδικοποιήσουν. Έτσι γεννήθηκαν οι παρατηρήσεις του Kracauer για τα girls κι αυτές του Benjamin για την παρακμή της αύρας.

Η μείωση του ανθρώπινου σώματος στο επίπεδο του εμπορεύματος, με το δίπλωμά του στους αδήριτους νόμους της μαζικοποίησης και της ανταλλακτικής αξίας, φαινόταν, την ίδια στιγμή, να το λύτρωνε από τα στίγματα του ανείπωτου που το είχαν σημαδέψει για χιλιετίες. Ξεδιαλυνόμενο από τη διπλή αλυσίδα του βιολογικού προορισμού και της ατομικής βιογραφίας, το σώμα έπαιρνε ρεπό τόσο από την άναρθρη κραυγή του τραγικού σώματος όσο κι από τη βουβαμάρα του κωμικού σώματος, κι έμοιαζε για πρώτη φορά τέλεια επικοινωνήσιμο, ολοκληρωτικά φωτισμένο. Στα μπαλέτα των girls, στις εικόνες της διαφήμισης, στα ντεφιλέ των μανεκέν, ολοκληρωνόταν η κοσμική διαδικασία της χειραφέτησης της ανθρώπινης μορφής έξω από τα θεολογικά της θεμέλια, μια διαδικασία που είχε ήδη επιβληθεί σε βιομηχανική κλίμακα όταν, στην αρχή του 19ου αιώνα, η εφεύρεση της λιθογραφίας και της φωτογραφίας είχε ενθαρρύνει την διάδοση σε χαμηλό κόστος πορνογραφικών εικόνων : ούτε γενικό ούτε ατομικό, ούτε εικόνα της θεότητας ούτε μορφή του ζώου, το σώμα γινόταν τότε πραγματικά οποιοδήποτε.

Το εμπόρευμα ομολογούσε εδώ την μυστική του αλληλεγγύη με τις θεολογικές αντινομίες (κάτι που είχε ήδη διακρίνει ο Marx). Διότι η διατύπωση της Γένεσης « κατ’εικόνα και καθ’ομοίωση » που ρίζωνε την ανθρώπινη μορφή στο Θεό, την συνέδεε σ’ένα αόρατο αρχέτυπο και ίδρυε, εφεξής, την παράδοξη έννοια μιας απολύτως άυλης ομοιότητας. Απελευθερώνοντας το σώμα από το θεολογικό του μοντέλο, η εμπορευματοποίηση σώζει παρά ταύτα την ομοιότητα : το οποιοδήποτε είναι μια ομοιότητα χωρίς αρχέτυπο, δηλαδή μια Ιδέα. Γι’αυτό είναι που αν η ομορφιά που είναι τέλεια ανταλλάξιμη με το τεχνολογημένο σώμα, δεν έχει να κάνει σε τίποτα με το μοναδικό, το οποίο, στη θέα της Ελένης, ταρακουνά τους παλιούς πρίγκιπες της Τροίας • παρ’όλα αυτά κάτι σαν μια ομοιότητα πάλλεται και στα δύο, στο σώμα και στο μοναδικό ( « Με το που την βλέπει κανείς, μοιάζει τρομερά με τις αθάνατες θεές »). Εξ’ου κι η φυγή της ανθρώπινης μορφής μακριά από τις τέχνες της εποχής μας κι η παρακμή του πορτραίτου: δουλειά του προτραίτου είναι να πιάνει την μοναδικότητα αλλά αν πρόκειται να συλληφθεί το οποιοδήποτε, ο φωτογραφικός φακός αποδεικνύεται απαραίτητος.

Κατά μια έννοια, η διαδικασία χειραφέτησης ήταν εξ’ίσου παλιά με την επινόηση των τεχνών. Διότι, από τη στιγμή που ένα χέρι σχεδίασε ή σμίλεψε για πρώτη φορά μια ανθρώπινη μορφή, το όνειρο του Πυγμαλίονα ήταν ήδη εκεί για να το οδηγήσει : όχι απλά να σχηματίσει μια εικόνα του αγαπημένου σώματος, αλλά ένα άλλο σώμα μ’αυτή την εικόνα, να σπάσει τα οργανικά φράγματα που εμποδίζουν την άνευ συμβιβασμού ανθρώπινη πρόθεση για ευτυχία.

Σήμερα, την εποχή της ολοκληρωμένης κυριαρχίας της μορφής του εμπορεύματος πάνω σ’όλες τις πτυχές της κοινωνικής ζωής, τι μένει από την άπιαστη κι αλόγιστη υπόσχεση ευτυχίας που ριχνόταν πάνω μας, στο ημίφως του σινεμά, από τα φακελωμένα νέα κορίτσια στα καλσόν Dim ; Ποτέ άλλοτε όσο σήμερα, το ανθρώπινο σώμα – κυρίως το γυναικείο σώμα – δεν έχει χειραγωγηθεί τόσο μαζικά, και δεν έχει φαντασιαστεί, για να το πούμε έτσι, από την κορφή ως τα νύχια, από την τεχνική της διαφήμισης και της εμπορευματικής παραγωγής : η αδιαφάνεια των διαφορών των φύλων διαψεύστηκε από το τρανσέξουαλ σώμα, η ακοινώνητη παραξενιά της μοναδικής φύσης καταργήθηκε από τη διαμεσολάβηση του θεάματος, η θνητότητα του οργανικού σώματος αμφισβητήθηκε από την γειτνίαση με το σώμα χωρίς όργανα του εμπορεύματος, η οικειότητα της ερωτικής ζωής απορρίφθηκε από την πορνογραφία. Όμως, η διαδικασία τεχνολόγησης αντί να επενδύει υλικά το σώμα, στόχευε στην κατασκευή μιας χωριστής σφαίρας που δεν είχε πρακτικά κανένα σημείο επαφής μαζί του: δεν είναι το σώμα που τεχνοποιήθηκε, αλλά η εικόνα του. Έτσι το ένδοξο σώμα της διαφήμισης έγινε η μάσκα πίσω από την οποία το μικρό, εύθραυστο ανθρώπινο σώμα συνεχίζει την αβέβαιη ύπαρξή του, και η γεωμετρική λαμπρότητα των κοριτσιών σκεπάζει τις μακρές ουρές των ανώνυμων γυμνών σωμάτων που οδηγούνται στο θάνατο, στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ή τα χιλιάδες πτώματα που έγιναν μάρτυρες από τα καθημερινά σφαγεία των αυτοκινητόδρομων.

Το να ιδιοποιηθούμε τους ιστορικούς μετασχηματισμούς της ανθρώπινης φύσης που ο καπιταλισμός θέλει να εγκλείσει στο θέαμα, το να κάνουμε την εικόνα και το σώμα να χυθούν σ’ένα χώρο όπου δεν θα μπορούν πια να διαχωρισθούν και να αποκτήσουμε από ‘κει αυτό το οποιοδήποτε σώμα του οποίου η φύση είναι η ομοιότητα – αυτό είναι το αγαθό που η ανθρωπότητα πρέπει να μάθει να αρπάξει από το εμπόρευμα πάνω στη παρακμή του. Η διαφήμιση και η πορνογραφία που το συνοδεύουν στο τάφο του σαν μοιρολογήτρες είναι οι ασυνείδητες μαμές των νέων σωμάτων της ανθρωπότητας.

G. Agamben, Η κοινότητα που έρχεται, 1990

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου